Τα κείμενα από το παιχνίδι δημιουργικής γραφής ν2 (14/5/14)

father and daughter

Και ιδού κάποια από τα αποτελέσματα του εργαστηρίου δημιουργικής γραφής που έγινε στα πλαίσια του αφιερώματος “Τέχνη & ψυχική υγεία”. Αποδείξεις ότι το παιχνίδι απελευθερώνει την έκφραση. Απόδειξεις ότι το παιχνίδι είναι σχεδόν ταυτόσημο της τέχνης. Επιμένοντας ότι οι λέξεις είναι παιχνίδια στα χέρια μας…

Το παιχνίδι λέγεται ΤΙ – ΠΟΥ & ΠΟΙΟΣ. 3 στίβες από ανακατεμένα χαρτάκια στο κέντρο στο πάτωμα. Στα χαρτάκια της πρώτης (ΤΙ) είναι γραμμένες κάποιες φράσεις – προτάσεις. Στη δεύτερη (ΠΟΥ) τα χαρτάκια είναι συμπληρωμένα με τοποθεσίες. Στη τρίτη (ΠΟΙΟΣ) είναι συμπληρωμένα με υποκείμενα. Όλα τυχαία μεταξύ τους. Ο καθένας διαλέγει οπωσδήποτε ένα χαρτάκι από την πρώτη στίβα. Αν του είναι αρκετό γράφει κάτι που εμπνεύστηκε από την φράση και οπωσδήποτε πρέπει να την συμπεριλάβει στο κείμενο του. Αν χρειάζεται κι άλλη βοήθεια τότε διαλέγει ένα χαρτάκι τυχαία και από την δεύτερη στοίβα και πάει λέγοντας. Παρακάτω λοιπόν κάποια από τα κείμενα των συμμετεχόντων.

ΥΓ. Θάνο , Ελένη, Φωτεινή που είναι τα δικά σας;;;;;; Και άντε όσοι δεν γράψατε δεν γράψατε… “Αυτοί” που είχαν ήδη γράψει γιατί δεν το πληκτρολογούν να το στείλουν;;;;;


Κείμενο Μαρίας

ΤΙ: Πρρρρτ πρρρρτ προκορουκουρουυυ φσσσ φσσσ και τσούκου πούκου τσούκου, αυτοί ακριβώς ήταν οι ήχοι που έκανε καθώς απομακρυνόταν. Πφ!

ΠΟΥ:Βωβούσα (χωριό στο Ζαγόρι)

ΠΟΙΟΣ: ο Batman

Πρρρρτ πρρρρτ προκορουκουρουυυ φσσσ φσσσ και τσούκου πούκου τσούκου, αυτοί ακριβώς ήταν οι ήχοι που έκανε καθώς απομακρυνόταν. Πφ!Του είχε πει ότι θα καθόταν μαζί του το καλοκαίρι κι όμως η μητέρα του Αλέξη έμεινε μαζί του μόλις το πρώτο Σαββατοκύριακο και γύρισε στην Αθήνα για δουλειές.    Ο σταθμός του τρένου βρισκόταν πέντε λεπτά από την πλατεία της Βωβούσας. Ο Αλέξης κοίταξε στο βάθος και είδε τις βουνοπλαγιές καλυμμένες με έλατα. Ο ουρανός είχε πάρει χρώμα ροζ, αφού πριν λίγο είχε δύσει ο ήλιος, και τα βουνά άρχισαν να μαυρίζουν.

Παίρνοντας το δρόμο για το σπίτι της γιαγιάς, το οποίο βρισκόταν στην πλατεία πίσω από το μεγάλο ρολόι που θύμιζε κάθε ώρα που περνάει -νταααν, ντάααν…-, έβαλε ασυναίσθητα το χέρι στην τσέπη της φόρμας του κι έπιασε κάτι σκληρό. Ήταν ένας μικρός μπάτμαν που του είχε χαρίσει με το καλωσόρισμα ο παππούς. Ταυτόχρονα σχεδόν μια νυχτερίδα έκανε βουτιά και πέρασε ξυστά από το κεφάλι του. Τρόμαξε και πήγε να φωνάξει αλλά συγκρστήθηκε κι έμεινε να χαζεύει τις επόμενες βουτιές της: φρρρτ… φρρρρρρρτ… Οι νυχτερίδες ήταν το αγαπημένο του ζώο – εξ ‘ ου και ο μπάτμαν. Ή ο μπατμαν και εξ’ ου οι νυχτερίδες; Κάτι τελοσπάντων ενδιάμεσα σ’ αυτά τα δύο.

Φτάνοντας στο σπίτι η γιαγιά τον περίμενε και είχε βάλει ήδη στο τηγάνι πατάτες. Τσσσσσρ τστσρ τσσσσρ… Μύριζε υπέροχα. Αφού έφαγαν ο Αλέξης πήγε να ξαπλώσει. Έβγαλε τα βοηθητικά ακουστικά από τα αυτιά και βυθίστηκε στη σιωπή. Έκλεισε τα μάτια και ευχήθηκε να ονειρευτεί νυχτερίδες. Οι νυχτερίδες, λέει, ακούν πολλά παραπάνω απ’ ό,τι μπορούν να φανταστούν οι άνθρωποι…


Κείμενο της Έμιλι

ΤΙ: Κλείσαμε την πόρτα και βρεθήκαμε πάλι στο σκοτάδι
ΠΟΙΟΣ: Δύο μυρμήγκια

Κλείσαμε την πόρτα και βρεθήκαμε πάλι στο σκοτάδι. Κάναμε τέτοια ησυχία που με λίγο λιγότερο κατεστραμένα αυτιά, θα μπορούσα να ακούσω τα δύο μυρμήγκια στο δωμάτιο. Αυτά έκαναν περισσότερη «φασαρία» από εμάς. Τουλάχιστον έτσι μου φάνηκε όταν είδα τα μικροσκοπικά τους σώματα στα άσπρα πλακάκια. Φοβήθηκα για λίγο ότι μπορεί να τα πατούσες. Να ήθελες να τα σκοτώσεις. Να τα έβλεπες σαν κάποιου είδους απειλή αντί για φίλους, όπως τα έβλεπα εγώ. Φοβήθηκα, αλλά επέλεξα εκείνη τη στιγμή να σ’ εμπιστευτώ.

Α, ξέχασα να πω ότι το σκοτάδι ήταν σχετικό. Έτσι μου φάνηκε δηλαδή στην αρχή, μπαίνοντας στο δωμάτιό μας από το πολύ έντονα φωτισμένο χωλ. Στο δωμάτιο όμως είχες αφήσει από πριν αναμένο το blacklightπου είχες εγκαταστήσει, το οποίο έδινε στο δωμάτιο το μωβ αυτό χρώμα. Μου θύμιζε ένα ενυδρείο όπου με πήγαινε η μάνα μου μικρή. Στο υπόγειο του τετραόροφου κτηρίου είχαν τους καρχαρίες. Οι τοίχοι και οι ράμπες ήταν βαμμένα μαύρα, και ο μόνος φωτισμός ήταν από blacklight. Είχε κι εκεί κάτω αυτή την ησυχία που είχε τώρα στο δωμάτιό μας. Πιο πάνω, στους ορόφους που έβλεπαν το φως της ημέρας, στις ανοιχτές δεξαμενές με τα σαλάχια και στα δωμάτια με τους ιππόκαμπους και τους αστερίες, γινόταν χαμός απ’ τις φωνές των πιτσιρικιών. Τους καρχαρίες ήταν σαν να τους σεβόντουσαν. Ακόμα και τα πιο ζωηρά παιδιά, εκεί κάτω κάνανε μόκο. Ίσως σεβόμαστε πιο εύκολα όταν φοβόμαστε κάτι; σκεφτηκα.

Κι εσύ για μένα εμπεριείχες το φόβο. Σ’ είχα ξαναφανταστεί μια μέρα ως καρχαρία. Αυτό το δυνατό, γρήγορα, άμεσο σώμα, που κινούταν τόσο αργά αλλά τόσο ύπουλα κάτι φορές. Αυτά τα μάτια, κάτι φορές τόσο ψυχρά και ανέκφραστα. Γενικά έβλεπα όπου κοίταγα μεταφορές, αναλογίες, νοήματα κρυμμένα παντού τελευταία.

Η πόρωση μου με τη θάλασσα – ο τρόμος μου σε σχέση με τους καρχαρίες. Μαζί. Οξήμορο. Πάντα ρίσκο. Ποτέ 100% ασφάλεια.

Όταν σε σκεφτόμουν σαν καρχαρία, ήταν εύκολο, αυτόματο να συνεχίσω να βλέπω τον εαυτό μου σαν το ανέμελο, αθώο θύμα του. Σε κάθε περίπτωση που ακούμε «καρχαρίας επιτέθηκε σε μικρό ξανθό κοριτσάκι ενώ εκείνη απλά κολυμπούσε» λογικό δεν είναι να πάρουμε το μέρος του κοριτσιού; Να συμπονέσουμε το κοριτσάκι και όχι τον καρχαρία, που δεν ξέρουμε τι έχει τραβήξει ή τι σκεφτόταν ή γιατί, επειδή απλά δεν μπορεί να μας το πει; (Με κάποιο άλλο τρόπο πέρα τον δικό του τον καρχαριένιο;) Αλλά αυτή είναι απλά η αυτόματη σκέψη/αντίδραση. Αυτή που έκανα συνειδητά, ήταν η εξής: «ρε μήπως είμαι εγώ τελικά ο καρχαρίας;» και μετά, «μήπως είμαστε κι οι δύο το ίδιο ζώο;»

Τα μυρμήγκια δεν τα πείραξες. Μπορεί και να μην τα πρόσεξες καν. Πήγες προς το κέντρο του δωματίου, εκεί που ήταν το «κλασικό ξύλινο κρεβάτι σε ενοικιαζόμενο δύκλινο δωμάτιο σε ελληνικό νησί».

Το φως ήταν ακόμη μωβ. Το μωβ σύμφωνα με το τσακρικό σύστημα είναι το χρώμα του ανώτερου τσάκρα: του τράκρα της συνείδησης, εκεί που έχει πια χαθεί ο εγωισμός, και εννώνεσαι με το σύμπαν και με όλα.

Οπότε, στο χέρι μας ήταν και τώρα μάλλον: καρχαρίες στο υπόγειο, ή φωτεινά όντα, ένα με το σύμπαν;


Κείμενο Κωνσταντίνας

ΤΙ: Τότε εμφανίστηκε ο WinniethePooh φωνάζοντας: «Αααααααα!»

ΠΟΥ: Στη θάλασσα, κάτω στο βυθό.

Η ιστορία μας ξεκινά μια ηλιόλουστη μέρα στην εξοχή. Ο ήλιος είχε ορθάνοιχτα τα μάτια και έστελνε τις πιο καυτές του ακτίνες πάνω στη γη. Τα δέντρα και τα λουλούδια έστρεφαν τα στόματά τους προς τον ουρανό για να τραφούν. Τα σκιουράκια κυνηγιόντουσαν στα κλαδιά των δέντρων. Ένα σμήνος από μέλισσες ξεπετάχτηκε από ένα θάμνο.

Τότε εμφανίστηκε ο WinniethePooh φωνάζοντας: «Αααααααα!»

Έτρεχε τρομοκρατημένος. Κρυβόταν απ’ το ένα δέντρο στο άλλο. Συνέχιζε να φωνάζει παίρνοντας κοφτές ανάσες. Κάποια στιγμή, γύριζε γύρω – γύρω από τον εαυτό του. Ξαφνικά, ανάμεσα στις σκόρπιες εικόνες που έβλεπε καθώς γύριζε, αντιλήφθηκε ένα γνώριμο πρόσωπο και ένιωσε ένα πόδι να τον κρατάει από τον ώμο.

«Σταμάτα επιτέλους! Τι έπαθες;» ρώτησε ο Γκάρι ο Γάιδαρος.

Ο Winnie ζαλισμένος ακόμα, συνειδητοποίησε ότι όλο το δάσος είχε μείνει ακίνητο και τον κοίταζε.

«Με τσίμπησε» μουρμούρισε.

«Τι;» ρώτησαν όλα τα ζώα με μια φωνή.

«Είσαι  σίγουρος;» ρώτησε δύσπιστα ο Τίγρης.

«Αφήστε τον να μιλήσει επιτέλους!» φώναξε ο Πιγκ το γουρουνάκι.

Με κομμένη την ανάσα περίμεναν τις εξηγήσεις του αρκούδου.

«Ξύπνησα το πρωί και πεινούσα πολύ. Έφαγα μερικές φράουλες, γιατί κάνω και δίαιτα. Αλλά η πείνα δεν περνούσε. Σκέφτηκα να πάω μια βόλτα…»

«Θα μας πεις όλη την ιστορία;» αγανάκτησε ο Τίγρης.

Όλοι όμως τον αγριοκοίταξαν και δεν ξαναμίλησε.

«…Καθώς περπατούσα, το στομάχι μου έκανε γρρρρ γρρρ. Δεν άντεχα άλλο! Άρχισα να ψάχνω για μέλι. Πίσω από το γουρουνόσπιτο το μύρισα. Ήταν μια υπέροχη κυψέλη με λαχταριστό μέλι. Έτρεξα προς τα εκεί, έβαλα το χέρι μέσα, και… με τσίμπησε!!!! Η Βασίλισσα με τσίμπησε!!!» φώναξε.

«Αποκλείεται» είπε πάλι δύσπιστα ο Τίγρης.

Όλα τα ζώα μουρμούριζαν ότι αυτό δεν έχει ξαναγίνει.

«Είναι ανήκουστο»

«Είναι πρωτάκουστο»

«Είναι απαίσιο»

«Δεν έχει ξαναγίνει αυτό!»

«Και τώρα;» ρώτησε ο Πιγκ.

Όλα τα ζώα στράφηκαν πάλι προς τον Winnie.

«Έχει πρηστεί το δάχτυλο μου. Δεν ξέρω γιατί…» κλαψούρισε ο αρκούδος.

«Ααααα» αναφώνησαν όλοι.

«Ποιος θα μας πει το λόγο;» ρώτησε ο Γκάρι.

«Εγώ θα σας πω.» πετάχτηκε από ένα κλαδί η Βάγια η Κουκουβάγια. «Καλέ μου Winnie, όπως φαίνεται έχεις αλλεργία στο τσίμπημα της μέλισσας.»

«Ααααα» αναφώνησαν όλοι για δεύτερη φορά.

«Τι είναι αλλεργία;» απόρησε ο Τίγρης.

Η Βάγια τον αγριοκοίταξε και συνέχισε «…Winnie, πρέπει να βρεις το αντίδοτο του τσιμπήματος από βασίλισσα μέλισσα, αλλά είναι δύσκολο.»

«Πού θα το βρω;» ρώτησε ανυπόμονα ο αρκούδος.

« Στη θάλασσα, κάτω στο βυθό.» αποκρίθηκε η κουκουβάγια.

To be continued….. (μάλλον)


Κείμενο Χάρη

ΤΙ: – Ναι, να κόψεις τα αυτιά σου, δεν υπάρχει άλλη λύση!

Είπα να κόψω τα αυτιά μου. Ποίος εγώ; Ναι, ναι εγώ! Πόσο μου αρέσει να ακούω.
Έχω κάνει την ακρόαση επιστήμη. Η πιο χρήσιμη επιστήμη της ανθρωπότητας.
Η ακρόαση.
Το να ακούς ρε παιδί μου. Απλά! χαχα! Ναι αλλά τι ακριβώς σημαίνει να ακούς; Να ακούς τι; παράπονα; όμορφα λόγια; τον δισταγμό; την προσμονή; την αγωνία; την αυτοθυσία; το άδικο;
Όχου… όλα αυτά και ακόμα περισσότερα.
Παραδείγματος χάρη…τώρα που βρίσκομαι σε αυτό το δωμάτιο ακούω χιλιάδες λόγια… λόγια, σκέψεις, απόψεις… Τα αυτιά μου πλέον έχουν χάσει κατά κάποιο τρόπο τον σκοπό για τον οποίο υπάρχουν. Σαν να τα ακούω όλα στο μυαλό μου και στα πιο ενδότερα -την ψυχή-. Σαν ένα μουσικό χαλί το οποίο δεν σταματάει να παίζει. Συνεχώς παίζει και επαναλαμβάνεται.
Και ακούω τα ίδια λόγια και μου φέρνουν τα ίδια δάκρυα. Και ακούω τις ίδιες φωνές να ωρύονται και να φωνάζουν και να λέω φτάνει πια! Σκάστε. Νιώστε λίγο.
Και να ακούω κι εσένα, να κρίνεις και να φωνάζεις και να λέω δεν με αγαπάς, δώσε μου κουράγιο. Και να έχω πάντα πλάι τις καλές μου φίλες, τις τύψεις.
– Ναι, να κόψεις τα αυτιά σου, δεν υπάρχει άλλη λύση!
Τότε είναι που άκουσα αυτή την σοφή δήλωση από τα ηχεία του ραδιοφώνου.
Αυτό είναι είπα. Ναι!!!! Σοφό!!! Αυτό θα κάνω. Τουλάχιστον θα μου μείνει η αγκαλιά σου, η όραση, η αφή, θα περιορίσω αυτό το βουητό στο μυαλό μου και θα συνεχίσω να νιώθω…
Αλλά ξέρεις τι; Όταν μου πεις, “σ’αγαπώ, τα καταφέραμε.” και δεν μπορώ να ακούσω την φωνή σου; τι θα κάνω;


Κείμενο Ξένιας

ΤΙ: Προς Θεού δεν πίστεψα ποτέ ότι ήσασταν εσείς αυτός που έβαλε την βόμβα.

8 π.μ.     Το ξυπνητήρι του κινητού μου χτυπά!!‘Εχω βάλει ένα παλιό αγαπημένο μου τραγούδι για να ξυπνάω ήρεμα και γλυκά αλλά ακόμα κι αυτό, μετά από τόσα ξυπνήματα, το έχω σιχαθεί πλέον!

!0 π.μ.   Ετοιμάζομαι βιαστικά για να πάω, όχι για δουλειά, όπως θα νόμιζε κανείς (αν και θα μπορούσε να το κάνει κανείς επάγγελμα…) αλλά για πληρωμές λογαριασμών. Ξεκινώντας από δημόσιες υπηρεσίες και συνεχίζοντας με τράπεζες.

12.15π.μ.             Μετά από περίπου 2 ώρες έχω τελειώσει από πληρωμές ΔΕΗ, ΕΥΔΑΠ και λογαριασμό τηλεφώνου και συνεχίζω για τα υπόλοιπα. Το καλό του να περιμένεις στις ατελείωτες ουρές των ταμείων είναι πάντως και λίγο διασκεδαστικό! Γνωρίζεις κόσμο, ίσως συναντήσεις κάποιο γνωστό σου που έχεις καιρό να βρεθείτε και σίγουρα ακούς πολλές, άλλοτε ενδιαφέρουσες κι άλλοτε βαρετές ιστορίες.

13.22     Είμαι στην τελική ευθεία! Χαίρομαι που θα τα προλάβω όλα αυτά την ίδια μέρα! Είναι σχεδόν κατόρθωμα! Φτάνω στο σταθμό του ηλεκτρικού, παίρνω το τρένο για να πάω να εξοφλήσω έναν τελευταίο λογαριασμό τραπέζης, όπου λόγω καθυστέρησης με είχαν ενημερώσει ,με αλλεπάλληλα τηλεφωνήματα για την καθυστερημένη οφειλής που είχα, ότι θα έπρεπε να απευθυνθώ στα κεντρικά ταμεία της Ομόνοιας για την άμεση καταβολή του ποσού! Για καλή μου τύχη βρίσκω και θέση να καθήσω ! Μου αρέσει να κοιτάζω έξω απ’ το παράθυρο.

13.27     Στη στάση «Ταύρος» μπαίνει ένας καλοντυμένος κύριος. Από αυτούς που η εμφάνισή τους σου δείχνει ότι σίγουρα είναι παντρεμένος, έχει 1 ή και 2 παιδάκια και δουλεύει σαν προιστάμενος ή ακόμα και διευθυντής σε μια μεγάλη πολυεθνική εταιρία. Πάντα όταν παρατηρώ ανθρώπους που δε γνωρίζω πλάθω μια δική μου ιστορία για εκείνους και τη ζωή τους.

13.28     Ο καλοντυμένος κύριος κάθεται δίπλα μου σιωπηλός και σκυθρωπός. Εξακολουθώ να κοιτάζω από το παράθυρο.

13.29     -Με πιστεύεις; Πες μου με πιστεύεις; Δεν ακούς; Σε ρωτάω! Με πιστεύεις;

Ο καλοντυμένος κύριος απαυθυνόταν σε ΄μένα . Τρόμαξα!

Δεν μπορούσα να καταλάβω!

Το πρόσωπό του ήταν κατακόκκινο. Νόμιζες πως θα έβγαζε ατμούς απ’ τα αφτιά!

-Δεν το έκανα εγώ! Γιατί να το κάνω άλλωστε; Τι θα κέρδιζα; Εγώ απλός υπάλληλος ήμουν!

Μα γιατί δεν με πιστεύει κανένας; Δεν την έβαλα εγώ τη βόμβα! Τώρα άρχισε να τρέμει ολόκληρος και να κεκεδίζει. Δεν καταλάβαινα τι του συμβαίνει, ούτε γιατί τα λέει όλα αυτά και κανείς άλλος μέσα στο βαγόνι δεν αντιδρούσε σε όλο αυτό το παραλήρημα! Μόνο μια κυρία που καθόταν ακριβώς απέναντί μου έβαλε τα γέλια.

-Προς θεού δεν πίστεψα ποτέ ότι ήσασταν εσείς αυτός που έβαλε την βόμβα, του απάντησα μήπως έτσι τον ηρεμούσα.

Τελικά σιωπή…

13.40     Ο καθωσπρέπει, καλοντυμένος κύριος κατέβηκε απ’ το βαγόνι που ήμουν και μπήκε στο επόμενο.

Είχα μείνει με την απορία ζωγραφισμένη στο πρόσωπό μου.

‘Ηταν τρελός; Και πως τρελάθηκε;

Ήταν όντως μπλεγμένος σε έκρηξη βόμβας; Και γιατί και που την είχε βάλει;

Εννοούσε κάτι άλλο;

Όσο συνειδητοποιούσα ότι όλοι οι υπόλοιποι που ήταν στον ίδιο χώρο, που άκουσαν όλα αυτά και κανένας δεν αντέδρασε, κανένας δεν σχολίασε τίποτα, εκνευριζόμουν και συνάμα απογοητευόμουν από αυτή την αδιαφορία και τον ατομικισμό που μας διακατέχει γενικότερα…

13.45     «Επόμενος σταθμός Ομόνοια» ακούστηκε από το μεγάφωνο του τρένου. Η στάση μου.

Κατέβηκα τρέχοντας γιατί κατάλαβα ότι το περιθώριο ώρας ήταν πολύ μικρό για να προλάβω την τράπεζα ανοιχτή!

16.05     Επιτέλους! Μετά από τόσο τρέξιμο και άγχος είμαι σπίτι. Πρόλαβα και την τράπεζα! Όλα καλά. Τρώω κάτι πρόχειρο, κάνω ένα μπάνιο για να βγάλω όλη τη μαυρίλα της ημέρας και να χαλαρώσω. Δεν μπορώ να χαλαρώσω… Η εικόνα του καλοντυμένου κυρίου στο τρένο στριφογυρνάει στο μυαλό μου.

17.47     Ανοίγω τον υπολογιστή και χαζεύω. Ψάχνω για κάποια είδηση σχετικά με βόμβα αλλά δεν βρίσκω τίποτα. Εγκαταλείπω την προσπάθεια.

Τελικά καταλήγω να κοιτάζω siteμε δωρεάν εκδηλώσεις για παράσταση θεατρική ή χορού για σήμερα το βράδυ.

«Θεατρική παράσταση δρόμου» Ωπ! Ενδιαφέρον φαίνεται…

Μπήκα στη σελίδα και ξεκίνησα να διαβάζω το σχετικό άρθρο.

Ε! Δεν το πιστεύω! Ο καθωσπρέπει, καλοντυμένος κύριος και η κυρία που καθόταν απέναντί μου!

‘Ηταν και οι δύο στη φωτογραφία του άρθρου!

-Δρώμενο δρόμου. «Μίνι θεατρική παράσταση με 2 ηθοποιούς επαγγελματίες και ανυποψίαστους απλούς καθημερινούς ανθρώπους στήνεται κάθε μέρα στο δρόμο, σε τρένα, σε πλατείες και έχει αποκτήσει απίστευτη επιτυχία…»

‘Εκανα “like” στο άρθρο χαμογελώντας…

Σκεφτόμουν να το προωθήσω και στους φίλους μου αλλά μετά το μετάνιωσα.

Θα είναι όμορφο αν τους τύχει να το ζήσουν όπως εγώ!!


Be the first to comment

Leave a Reply

Your email address will not be published.