Αναδημοσίευση από την ERT Open
Ο 39χρονος Αλί Σαντμπα Μοχάμεντ δεν σηκώνει κεφάλι από την ταμειακή του μηχανή. Οι πελάτες έχουν σχηματίσει μια τεράστια ουρά που δεν αδειάζει ούτε μια στιγμή. Έξω, στο δρόμο, τα αδέρφια και οι φίλοι του έχουν στήσει ένα τρικούβερτο γλέντι αλλά εκείνος πουλάει την πραμάτεια του και νομίζεις ότι λίγο θέλει για να βάλει τα κλάματα.
Το Μαγαζάκι της οδού Γιαμπουδή στο Ηράκλειο, το πολύχρωμο παντοπωλείο που μαύρισε πριν από τρεις μήνες από την πυρκαγιά ρατσιστικού μίσους που το έκαψε ολοσχερώς, σήμερα βρήκε ξανά τη ζωντάνια και τα χρώματά του, δίνοντας ένα απτό μήνυμα αλληλεγγύης και ανθρωπιάς. Οι ιδιοκτήτες του, μετανάστες από το Μπαγκλαντές, το είχαν δει να φλέγεται απ’ άκρη σ’άκρη και μαζί του να φλέγεται κάθε ελπίδα για το μέλλον τους. Τα κοινωνικά αντανακλαστικά όμως λειτούργησαν υποδειγματικά και δεκάδες κρητικοί ανέλαβαν να το ξαναστήσουν. Ναι, σήμερα ήταν μια πολύ χαρούμενη μέρα για την πόλη! Ο ρατσισμός, το μίσος και η ξενοφοβία υποχώρησαν μπροστά στο θεμελιώδες, την ανθρωπιά. Τρεις μήνες μετά, το Μαγαζάκι σφύζει από ζωή.
Το στενό δρομάκι που οδηγεί στα ενετικά τείχη του Ηρακλείου γέμισε με μπαλόνια και σημαιάκια αλλά κυρίως με εκατοντάδες ανθρώπους που τους ένωσε η χαρά της προσφοράς, μια χαρά που πολλαπλασιαζόταν κάθε φορά που ο ένας κοιτούσε στα μάτια τον άλλον. Ο φόβος είχε νικηθεί σε μια μικρή αλλά ταυτόχρονα τόσο μεγάλη μάχη. Τα αραβικά φαγητά, πικάντικα και νόστιμα, και η μουσική της πατρίδας τους ήταν ο τρόπος των ιδιοκτητών να δείξουν την ευγνωμοσύνη τους. Τα μάτια τους όμως έδειχναν πολλά περισσότερα. Είναι αμφίβολο αν είχαν φανταστεί ποτέ ότι ο κόσμος θα τους περιέβαλε με τόση αγάπη. Ο ρατσισμός άλλωστε, ας μην κρυβόμαστε, έχει βρει έδαφος ακόμα και στη φιλόξενη Κρήτη.
Σήμερα ήταν όλοι εκεί. Από δημοτικούς παράγοντες μέχρι αναρχοαυτόνομους και από νομικούς μέχρι εργάτες. Από γέρους και γριές μέχρι βρέφη που μόλις είχαν περπατήσει. Από τσιγγάνες μέχρι αστούς. Και χόρευαν όλοι μαζί! «Είμαι πολύ χαρούμενος», πρόλαβε να πει ο Αλί την ώρα που πατούσε τα πλήκτρα της ταμειακής. «Σας ευχαριστώ τόσο πολύ όλους!»
Η προσφορά των ντόπιων ήταν συγκινητική. Άλλοι πρόσφεραν εργατικά χέρια, άλλοι δομικά υλικά και χρώματα, άλλος έκανε δώρο την επιγραφή, άλλος πλήρωσε για το στοκάρισμα, άλλοι για τα κουφώματα και πολλοί περισσότεροι έβαλαν το χέρι στην τσέπη για να βοηθήσουν τους ευγενικούς ιδιοκτήτες να αγοράσουν καινούργιο εμπόρευμα. Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ήταν και πάλι ο μοχλός για να ξεκινήσει η κινητοποίηση. Σήμερα μπορούσε κανείς να δει χαρούμενους μετανάστες, μια εικόνα σπάνια και ακριβή.
Leave a Reply