Στιγμές vs Στίγμα

roma

Υπάρχουν κάποιες στιγμές τόσο έντονες που δεν τους αρκεί που βιώθηκαν μια φορά αλλά έρχονται και ξανάρχονται στο νου επίμονα κι εσύ το μόνο που μπορείς να κάνεις εκτός από το να τις σκέφτεσαι είναι να τις ξαναζωντανέψεις αφηγούμενός τις. Δε μιλάω τόσο για στιγμές «προσωπικές», αυτές τις έχεις φυλαγμένες και θες να είναι αποκλειστικά δικές σου – μιλάω πιο πολύ για στιγμές που συνέβησαν γύρω σου ανύποπτα, στο δρόμο, στον ηλεκτρικό, και για κάποιο λόγο σε συγκλόνισαν. Μια τέτοια στιγμή έχω φυλαγμένη από το καλοκαίρι, από την αρχή ζητούσε να ζωντανέψει αλλά αυτές τις μέρες το αίτημα έγινε εντονότερο.

Μια Κυριακή πρωί πήραμε τον ηλεκτρικό από Πετράλωνα για Μαρούσι με ένα καυγά να υπάρχει μετέωρος και λίγο σιωπηλός ανάμεσά μας. Οι κοπέλες έχουμε συχνά μια ευκολία να εξωτερικεύουμε τη λύπη μας από τα μάτια, εκνευριστική αδυναμία αλλά και αυθόρμητη ανακούφιση, πρόσκληση προς τον άλλον στα συναισθήματά σου. Ενώ κοιτούσα λοιπόν περίλυπη τις πολυκατοικίες να περνούν, κάπου στον Αγ. Ελευθέριο, έχοντας πια μαλακώσει αλλά εκτονώνοντας ήσυχα την ένταση, αντιλήφθηκα δυο φάτσες από τα καθίσματα απέναντι να με κοιτάζουν με μεγάλη έγνοια και να μου χαμογελούν επίμονα σαν να με ξέρουν χρόνια. Αυθόρμητα, πολύχρωμα, χωρίς να παίρνουν χαμπάρι από τον «απρόσωπο κώδικα» του ηλεκτρικού, δυο κοριτσάκια Ρομά ήθελαν να με δουν να χαμογελάω κι εγώ. Δίπλα κι ένας ψηλός νεαρός, έντονα μελαχρινός, κάπου από Ανατολή προφανώς, που με τη ματιά του μέχρι να κατεβεί στη στάση του έλεγε «μην ανησυχείς περαστική είναι η λύπη σου, ό,τι κι αν είναι». Σχεδόν ντράπηκα που για έναν ασήμαντο λόγο προκάλεσα τόση έγνοια. Ένιωσα όμως και περικυκλωμένη από αγάπη, τόσο γλυκιά αίσθηση, αίσθηση Παράδεισου.

Στον αντίποδα αυτής της τυχαίας, τόσο «ανθρώπινης» επαφής, οι ειδήσεις. Είναι νωπές ακόμα οι τόσες φωνές της κοινωνίας ενάντια στο φασισμό, και να πάλι βρίσκονται στο στόχαστρο κάποιοι διαφορετικοί, με αφορμή ένα γεγονός, μεμπτό πιθανόν, τοποθετούνται συνολικά σαν ομάδα στο πιάτο για να τους κατασπαράξουμε και να διοχετεύσουμε εκεί το θυμό μας, το φόβο μας. Μιλάω για τους Ρομά. Χωρίς να ξέρω πολλά, μου βγάζουν για κάποιο λόγο μια περηφάνια, μια απουσία συμβιβασμού με τα της «πόλης», μια απλότητα… Πώς γίνεται πίσω από το όνομα μιας φυλής να συσσωρεύεται τόση εχθρότητα και επιφυλακτικότητα ώστε να ξεχνάμε ότι κάθε άνθρωπος ανεξαρτήτως κουλτούρας είναι μοναδικός, ξεχωριστός, διαφορετικός; Με κάτι τέτοια ο Παράδεισος γίνεται εύκολα Κόλαση…

Be the first to comment

Leave a Reply

Your email address will not be published.